Κοσμήματα και Αξεσουάρ σε εκπληκτικές τιμές!

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

ΧΑΘΗΚΕ ΤΟ ΜΠΑΛΑΚΙ

Το παιδάκι με τη μαμά του, μόλις μπαίνουν στο λεωφορείο, μετά από αναμονή κάποιων λεπτών, το παιδάκι αρχίζει να γκρινιάζει και και να φωνάζει επίμονα :
- Το μπαλάκι μου, το μπαλάκι μου, ..., που είναι το μπαλάκι μου, 8έλω το μπαλάκι μου.
Αφού έγινε ανυπόφορος στους άλλους από τη γκρίνια, αποφάσισε τελικά ο οδηγός να σταματήσει το λεωφορείο για να αρχίσουν όλοι οι επιβάτες να ψάχνουν το μπαλάκι του μικρού.
Τελικά μετά απο αρκετό ψάξιμο έγινε κατανοητό στον μικρό, πως δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθεί. Του λέει ο οδηγός λοιπόν :
- Μικρέ μου, ψάξαμε όλοι, αλλά δυστυχώς δεν το βρήκαμε.
Και ο μικρός τότε βάζοντας το δάχτυλο του χεριού του στη μύτη του, λέει :
-Μμμ..., καααλά, τότε θα φτιάξω άλλο ...!!!

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΠΕΟΣ

Ενός του έχει μπει η εμμονή ιδέα ότι το πέος του είναι πολύ μικρό. Δεν πλησιάζει καμία γυναίκα μην τυχόν και γελοιοποιηθεί. Ώσπου μια μέρα ερωτεύεται μια νοσοκόμα. Ενα βράδυ καταλήγουν στο σπίτι της, βάζει αυτή την κατάλληλη μουσική και τον προωθεί προς το υπνοδωμάτιο. Αυτός, έντρομος, της εκθέτει το πρόβλημα του.
- Μην φοβάσαι, νοσοκόμα είμαι, δεν θα γελάσω, του απαντάει αυτή
Αυτός, κατακόκκινος, τα κατεβάζει. Οπότε του λέει η νοσοκόμα :
- Μια χάρα είναι, έχω δει και μικρότερα...
- Δεν σε πιστεύω....
- Αλήθεια σου λέω, παλιότερα δούλευα σε μαιευτήριο...!

ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΤΟΥ ΟΔΗΓΩ ΚΑΙ ΣΕ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ

- Ποιό είναι το αντίθετο του οδηγώ και σε σκέφτομαι;
- Περπατώ και σε γράφω στα αρχήδια μου.

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ

Κάποτε πέθανε μια διάσημη μοντέλα με πολυτάραχη ερωτική ζωή. Στη κηδεία της είναι πολύς ο κόσμος και ένας παλιός της φίλος ακούγεται να λέει :
- Τουλάχιστον θα είναι πια μαζί επιτέλους..
- Με ποιον απ όλους εννοείτε; ρωτάει κάποιος
- Με κανέναν καλέ, για τα μπούτια της λέω!!!

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2010

Η ΚΟΚΚΙΝΟΣΚΟΥΦΙΤΣΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ Ο ΛΥΚΟΣ

Κάποια ηλιόλουστη μέρα, η Κοκκινοσκουφίτσα αποφάσισε (σύμφωνα με το λαϊκό μύθο) να επισκεφτεί τη γιαγιά της. Ο δρόμος ο οποίος περνούσε μέσα από το δάσος, ήταν γεμάτος αγριολούλουδα, και ήταν φυσικό να προσελκύσει το ενδιαφέρον της μικρής Κοκκινοσκουφίτσας. Έτσι, ενώ πέρναγε μέσα από το δάσος, έψαχνε πίσω από δέντρα και θάμνους για να βρει αγριολούλουδα να πάει στη γιαγιά της.
Σε κάποια στιγμή, στρίβει πίσω από μία οξιά και αντικρίζει τον κακό λύκο. Με αφελές ύφος, τον ρωτάει :
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλα μάτια;
- Για να σε βλέπω καλύτερα, απαντάει βιαστικά ο λύκος και την κοιτάει αγριεμένα.
Η Κοκκινοσκουφίτσα διστάζει λίγο, αλλά γρήγορα φεύγει προς την αντίθετη κατεύθυνση, για να ξαναρχίσει την συλλογή αγριολούλουδων. 20 μέτρα πιο κάτω, και ενώ ακολουθεί μια συστάδα αγριολούλουδων πίσω από ένα πουρνάρι, ξαναπέφτει πάνω στον κακό λύκο. Και πάλι με αφελέστατο ύφος, η Κοκκινοσκουφίτσα ρωτάει :
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλα αυτιά;
- Για να σε ακούω καλύτερα, λέει με ακόμα πιο αγριεμένο ύφος ο κακός λύκος.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, και η Κοκκι νοσκουφίτσα επιστρέφει στο μάζεμα. Λίγο πιο κάτω, πίσω από κάτι βράχους, η Κοκκινοσκουφίτσα συναντάει για ακόμα μία φορά τον κακό λύκο. Έχει αρχίσει να ψυλλιάζεται τη δουλειά, και μπαίνει γρήγορα στο νόημα :
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλη μύτη;
- Για να σε μυρίζω καλύτερα, απαντάει ο λύκος που με δυσκολία πλέον κρατούσε την οργή του!
Η Κοκκινοσκουφίτσα, συνηθισμένη πλέον, φεύγει αδιάφορη για να ασχοληθεί και πάλι με τα αγριολούλουδα. Σε κάποια στιγμή, και ενώ το καλάθι της είχε σχεδόν γεμίσει, βλέπει μία σπηλιά και μπαίνει μέσα . Εκεί συναντά και πάλι τον κακό το λύκο, ο οποίος έδειχνε προκλητικά τα δόντια του. Η Κοκκινοσκουφίτσα αμέσως ρωτάει :
- Λύκε λύκε, γιατί έχεις τόσο μεγάλα δόντια;
και ο λύκος :
- Θα με αφήσεις μωρή να χέσω με την ησυχία μου επιτέλους;

Ο ΠΟΛΥ ΚΑΛΟΣ ΠΩΛΗΤΗΣ

Πάει κάποιος σε ένα πολυκατάστημα να ζητήσει δουλειά σαν πωλητής, βρίσκει το διευθυντή του λεει τι θέλει και εκείνος του απαντάει πώς είναι φουλ δεν χρειάζεται πωλητή. Ο τύπος επιμένει ο διευθυντής του επαναλαμβάνει το ίδιο και ετοιμάζεται να τον διώξει ο τύπος τότε του λεει πως θα δουλέψει χωρίς μισθό για ένα μήνα και αν δεν κάνει τίποτα να τον διώξει. Συμφωνεί ο διευθυντής και ο τύπος πιάνει δουλειά. Μετά από 15 μέρες οι πωλήσεις πανε στα ύψη ο διευθυντής παθαίνει πλάκα και αποφασίζει να τον παρακολουθήσει να δει πως τα κατ άφερε. Τον βλέπει να κουβεντιάζει με ένα πελάτη και στήνει αυτί . Λέει ο πωλητής στο πελάτη :
- Για το ψάρεμα χρειάζεσαι πετονιά καλάμι αγκίστρι και δόλωμα
- Να τα πάρω.
- Τα μεγάλα ψάρια όμως είναι βαθιά όποτε πρέπει να πάρετε μια βάρκα με μια δυνατή μηχανή και όλο τον εξοπλισμό της.
- Να τα πάρω κι αυτά.
- Για να μεταφέρετε όμως τη βάρκα πρέπει να πάρετε και ένα τρέιλερ και φυσικά και ένα τζιπ για να πηγαίνετε όπου σας αρέσει.
- Να τα πάρω κι αυτά κι ότι άλλο χρειάζομαι.
Κλείνει τη παραγγελία και φεύγει ο πελάτης. Ο δ ιευθυντής πλησιάζει τον πωλητή σαστισμένος και του λεει :
- Καλά βρε συ δεν πιάνεσαι με τίποτα. Σούρθε ο άλλος για μια πετονιά και έφυγε με χίλια είδη;
- Δεν ήρθε για πετονιά κύριε διευθυντά σερβιέτες ήρθε να πάρει για τη γυναίκα του και του είπα " δε γαμάς που δε γαμάς δε πας για κανένα ψάρεμα;"...!

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΑ ΤΑΞΙ ΠΕΤΑΝΕ

Ο Κωστίκας πάει αεροπορικώς στην Αθήνα. Μόλις βγαίνει απ το αεροδρόμιο, παίρνει ταξί.
- Οδός Σταδίου, λέει στον ταξιτζή.
Στη διαδρομή όμως αποκοιμιέται, ήταν και κουρασμένος, και ξυπνάει πάνω σε μια αερογέφυρα. Βλέπει χαμηλά τα αυτοκίνητα και τους ανθρώπους μικρούς και κλείνει τα μάτια.
- Πω, πω στην Αθήνα τα ταξί πετάν! μονολογεί.
Επιστρέφει στην Θεσσαλονίκη, πάει στο καφενείο και βρίσκει το Γιωρίκα.
- Γιωρίκα, Γιωρίκα, στην Αθήνα τα ταξί πετάν!
- Αντε ρε, φύγε από δύ . Τι βλακείες λες.
- Ναι, σου λέω, πετάν, πας ένα στοίχημα 1.000 ευρώ;
- Πάει το στοίχημα.
Ανεβαίνει ο Γιωρίκας στο αεροπλάνο, φτάνει στην Αθήνα, κατεβαίνει κι έξω απ' το αεροδρόμιο σταματάει ένα ταξί και μπαίνει μέσα.
- Πού να σε πετάξω, μεγάλε; ρωτάει ο ταξιτζής.
- Ωχ, λέει ο Γιωρίκας, την πάτησα. Στην οδό Σταδίου πάω.
- Σε ποιο ύψος, μεγάλε;
- Ασε τις μαλακίες και πήγαινε από το δρόμο! του απαντάει ο Γιωρίκας

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

ΟΙ ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

Δυο βλάχοι, ο Μήτσους και ο Κήτσους, ένα απογευματάκι καθότανε σε μια όμορφη τοποθεσία του ορεινού χωριού τους και καμάρωναν τη θέα. Σε λίγο περνάει από κει ένας τουρίστας. Τους πλησιάζει...
- Ντου γιου σπικ ιγκλις; τους λέει
Οι βλάχοι κοιτάζονται, σηκώνουν τους ώμους και του λένε :
- Τς!
- Σπρεχεν ντοιτς;
Κοιτάζονται πάλι με απορία..
- Τς!
- Παρλε βου φρανσε;
- Τς!
- Παρλαρε ιταλιανο;
- Τς!
- Παρλα εσπανιολ;
- Τς!
Ο τουρίστας απογοητευμένος φεύγει...Λέει ο Μήτσου:
- Ρε συ Κήτσου μπας και πρεπ να μάθουμ καμιά ξεν γλώσσα ;
- Τι να την κανς την ξεν γλώσσα, ρε Μήτσου;
- Εμ πως ρε Κήτσουμ, αν ξερς μια ξεν γλώσσα μπορείς να συνεννοηθείς.
- Μπα; Γιατί αυτουνος που ήξερε πέντε μπόρεσε να συνεννοηθεί;

Ο ΤΑΡΖΑΝ ΚΑΙ Ο ΒΟΣΚΟΣ

Μια φορά ο Ταρζάν φεύγει από τη ζούγκλα και πάει σε ένα χωριό της Μακεδονίας. Εκεί που έκανε βόλτα στο δάσος βλέπει έναν βοσκό που έβοσκε τα πρόβατα του. Ενώ ο βοσκός καθόταν ήρεμος και έπαιζε την φλογέρα του ακούει ξαφνικά μια κραυγή.
- ΑααααΑαααααΑαααα!
Γυρίζει και τι να δει! Ξεπρόβαλε μέσα από τις φυλλωσιές ο Ταρζάν ο βασιλιάς της ζούγκλας. Εκεί που περπατούσε ο Ταρζάν ανάμεσα στο κοπάδι ακούει το σκύλο να γαβγίζει. Γυρίζει και λέει στο βοσκό :
- Καλά ρε δεν ντρέπεσαι, δεν τον ταΐζεις τον σκύλο; Δώσε του κανένα κοκαλάκι, πεινάει...
- Καλά, και εσύ που το ξέρεις;
- Εγώ είμαι ο Tαρζάν, μιλάω τη γλώσσα των ζώων!
Τι να κάνει και ο βοσκός δίνει ένα κόκαλο στο σκύλο. Περπατώντας λίγο παρακάτω ο Tαρζάν ακούει ένα γάιδαρο να γκαρίζει. Γυρίζει και λέει στο βοσκό :
- Καλά ρε βοσκέ γιατί δε φέρνεις μια γαϊδουρίνα στο γάιδαρο για να ξεχαρμανιάσει;
- Καλά ρε και συ που το ξέρεις ότι θέλει ο γάιδαρος να ξεχαρμανιάσει;
- Εγώ είμαι ο Tαρζάν! Μιλάω τη γλώσσα των ζώων!
Τι να κάνει και ο βοσκός πάει μια γαϊδουρίνα στον γάιδαρο. Εκεί που περπατούσε λίγο πιο πέρα ο Tαρζάν ακούει μια κατσίκα να βελάζει. Πριν προλάβει να πει τίποτα ο Tαρζάν πετάγεται ο βοσκός και λέει στον Tαρζάν :
- Ό,τι και να σου πει είναι ψέματα, αυτή μου ρίχτηκε πρώτη!

Ο ΧΑΝΣ

Καλοκαιράκι. Δύο φίλοι στην παραλία, ξαπλωμένοι στην αμμουδιά απολαμβάνουν την ηρεμία της θάλασσας. Την γαλήνη του τοπίου έρχεται να διαταράξει μια ξανθιά εντυπωσιακή κοπέλα η οποία εκείνη τη στιγμή σηκώνεται από την πετσέτα της, περνάει μπροστά από τους δύο τύπους και... βουτάει μέσα στην θάλασσα. Οι δύο τύποι άφωνοι εντελώς την κοιτάζουν και έχουν χαζέψει...
- Τι γυναικάρα είναι αυτή;; Είναι σίγουρα Γερμανίδα, λέει ο ένας από τους δυο
- Τι λες ρε συ, αυτή είναι σίγουρα από Αυστρία, ίσως Ολλανδία, πάντως όχι Γερμανίδα, απαντάει ο άλλος
- Τώρα τι μας λες ρε μεγάλε ότι και καλά έχεις εμπειρία και μπορείς να ξεχωρίσεις τις Γερμανίδες από τις Ολλανδέζες;;
- Φυσικά, δεν είναι Γερμανίδα αυτή με τίποτε. Οι Γερμανίδες είναι άχαρες. Δες αυτήν. Κοίτα κούνημα μέσα στο νερό, δες χάρη.
Εκείνη τη στιγμή η κοπέλα σηκώνει το χέρι της και το κουνάει χαιρετώντας ένα ξανθό τύπο που κάθεται έξω στην παραλία και λέει όλο χάρη και νάζι :
- Χάνς! Χάνς!
Ο τύπος που υποστήριζε ότι είναι Γερμανίδα :
- Το είδες; Στα 'λεγα εγ'ω! Γερμανίδα είναι και φωνάζει τον Γερμανό φίλο της!
Και η κοπέλα συνεχίζει :
- Χανς Παναή! Του νιρό είνι υπέρουχου.

Τιμές Χονδρικής για όλους!